Η οδύσσεια της ελληνικής Silicon Valley

First published: 29th October 2014

Πόσα χρόνια, υπουργικές αποφάσεις, μελέτες, εγκρίσεις επί εγκρίσεων και χρήματα απαιτούνται στην Ελλάδα για να… μην πραγματοποιηθεί μία επένδυση; Η περίπτωση της ελληνικής Silicon Valley, του πάρκου επιχειρήσεων υψηλής τεχνολογίας και έρευνας που, από τις αρχές του 2000, προσπαθεί να υλοποιήσει στις Αφίδνες μία μεγάλη ομάδα επενδυτών δίνει την απάντηση στο ερώτημα αυτό.

Από το 1999

Η ιστορία της δημιουργίας ενός ελληνικού τεχνολογικού γκέτο χρονολογείται από το 1999. Τότε σχεδόν όλες οι εταιρείες πληροφορικής της χώρας αποφάσισαν ότι η δημιουργία ενός μοναδικού για τα ελληνικά δεδομένα τεχνολογικού πάρκου θα τους επέτρεπε να επεκτείνουν τις δραστηριότητές τους αλλά και να αναπτύξουν συνέργιες μεταξύ τους. Για τον σκοπό αυτό ιδρύθηκε η Τεχνόπολη-Ακρόπολις, μία συλλογική πολυμετοχική εταιρεία, στην οποία συμμετείχαν 130 όμιλοι πληροφορικής και τηλεπικοινωνιών (σήμερα οι εταιρείες-μέτοχοι δεν ξεπερνούν τις 100).

Το 2001 η εταιρεία αγόρασε στο 26ο χιλιόμετρο της Εθνικής Οδού Αθηνών-Λαμίας το ανενεργό ορυχείο αργίλου της ΑΓΕΤ-Ηρακλής, μια έκταση 216 στρεμμάτων με στόχο την υλοποίηση εγκαταστάσεων σε έκταση 110 χιλιάδων τ.μ. Δεκατρία χρόνια μετά, η επένδυση παραμένει στο σημείο μηδέν, με τον απολογισμό να ξεγυμνώνει τη…σοβιετική δομή της κρατικής μηχανής.

Δαιδαλώδης γραφειοκρατία

Όπως προκύπτει από την έρευνα του Capital.gr, τα τελευταία χρόνια εκδόθηκαν για το έργο-δεκάδες αντίστοιχα υπάρχουν σε όλη την Ευρώπη- τρεις κοινές υπουργικές αποφάσεις (2004, 2007 και 2011), δύο προεδρικά διατάγματα και μία απόφαση του Γενικού Γραμματέα Αποκεντρωμένης Διοίκησης Αττικής (Έγκριση Πολεοδομικής Μελέτης ΒΕΠΕ «Τεχνόπολη Ακρόπολις Α.Ε.» για την Εγκατάσταση Επιχειρήσεων Υψηλής Τεχνολογίας στις Αφίδνες).

Στη διαδικασία αδειοδότησης ενεπλάκησαν, ως όφειλαν άλλωστε, η B΄Εφορεία Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων, η Εφορεία Νεωτέρων Μνημείων Αττικής, η 1η Εφορεία Βυζαντινών Αρχαιοτήτων, η Πυροσβεστική Υπηρεσία και το Δασαρχείο που παρείχαν θετικές γνωμοδοτήσεις.

Το ΣτΕ έδωσε το «παρών» δύο φορές. Το 2006 οπότε γνωμοδότησε ότι μη νομίμως η περιοχή της Τεχνόπολης εξαιρέθηκε από τις ζώνες προστασίας του ορεινού όγκου της Πάρνηθας, όπως αυτές είχαν προσδιοριστεί σε σχετικό προεδρικό διάταγμα. Η γνωμοδότηση αυτή «πάγωσε» τη διαδικασία έγκρισης της πολεοδομικής μελέτης του έργου. Ωστόσο, ύστερα από δύο χρόνια, το 2008 η Ολομέλεια του ΣτΕ έκρινε ότι το έργο μπορεί να προχωρήσει…

Βάσει της συγκεκριμένης γνωμοδότησης εκδόθηκε το π.δ. βάσει του οποίου η έκταση ως ζώνη Ε7 αποκτά τους υφιστάμενους όρους δόμησης στις ζώνες προστασίας της Παρνηθας. Ωστόσο, το 2012 το 5ο τμήμα του ΣτΕ ακύρωσε το συγκεκριμένο π.δ. με αποτέλεσμα το έργο-τουλάχιστον όπως αρχικά είχε σχεδιαστεί- να μην μπορεί να προχωρήσει και το τεχνολογικό γκέτο να βρίσκεται σήμερα στο σημείο από το οποίο ξεκίνησε το 2001.

Τις παραπάνω διαδικασίες- που εάν αποτιμούνταν σε χρήμα και εργατοώρες θα κόστιζαν πολλά- κίνησε το Δημόσιο.

Από την πλευρά τους, οι επενδυτές, που έχουν δαπανήσει ήδη 12 εκατ. ευρώ, έπρεπε, μεταξύ άλλων, να καταρτίσουν πλήθος μελετών (έργα υποδομής, σεισμικού κινδύνου, γεωλογικής καταλληλότητας, οριοθέτησης ρέματος κ.ο.κ.) και να…περιμένουν.

«Restart»

Πάντως, οι άνθρωποι της «Τεχνόπολη – Ακρόπολις» προσβλέπουν στην επανεκκίνηση της επένδυσης.

«Δεν είναι εύλογο μία επένδυση στον ταχύτατα εξελισσόμενο τομέα της υψηλής τεχνολογίας να ξεκινάει το 2000 και να ολοκληρώνεται, στο καλύτερο σενάριο, μετά από 20 χρόνια. Παρόλ’αυτά, συνεχίζουμε το εγχείρημα παρότι η περίπτωσή μας φανερώνει ότι ουδείς μπορεί να προβλέψει εάν η πορεία μιας επένδυσης στην Ελλάδα ανατραπεί ως αποτέλεσμα του ασταθούς νομικού καθεστώτος» σημειώνει στο capital.gr ο επικεφαλής της Τεχνόπολη-Ακρόπολις Νίκος Πενθερουδάκης.

Ωστόσο, οι οιωνοί δεν είναι ευνοϊκοί καθώς η έκδοση του νέου, τροποποιημένου από τον Οργανισμό Ρυθμιστικού Σχεδίου Αττικής, προεδρικού διατάγματος έχει καθυστερήσει ήδη ενάμιση χρόνο.

Όπως όλα δείχνουν, 13 χρόνια, 12 εκατ. ευρώ και η ενασχόληση δεκάδων δημόσιων υπαλλήλων και υπηρεσιών για την μη προώθηση μία επένδυσης προϋπολογισμού 200 εκατ. ευρώ, που θα μπορούσε να δημιουργήσει 7.000 θέσεις εργασίας, δεν αρκούν.

Αφήστε ένα Σχόλιο

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.