Τα σχέδια της OTEGlobe και το έργο της ισπανικής Islalink, που συνδέει την Πρέβεζα με την Κροτόνε της Καλαβρίας
First published: 18th July2021
Ισως να μην είναι ιδιαίτερα γνωστό, κυρίως στους μη ειδικούς, αλλά το 95% των δεδομένων διαδικτύου και της κίνησης φωνής, ευρύτερα η ανταλλαγή πληροφορίας μέσω διαδικτύου, στηρίζεται σε περισσότερα από 1,3 εκατ. χιλιόμετρα καλωδίων οπτικής ίνας που βρίσκονται κάτω από τη θάλασσα. Τα υποθαλάσσια καλώδια, που υπολογίζεται ότι διατρέχουν τη γη από το ένα άκρο στο άλλο περισσότερες από 30 φορές, μαζί με αυτά που έχουν κατασκευαστεί υπέργεια εξασφαλίζουν από την απρόσκοπτη φόρτωση ενός βίντεο στο YouTube, μέχρι την ομαλή λειτουργία ενός κέντρου δεδομένων (data center).
Η εκτόξευση της χρήσης δεδομένων παγκοσμίως λόγω της πανδημίας, η οποία στην Ελλάδα άγγιξε το 65,7% το 2020, έναντι του 2019 και τα σχέδια για τη δημιουργία νέων data centers έχουν φέρει στην πρώτη γραμμή τα καλώδια οπτικών ινών. Δεν είναι τυχαίο ότι διεθνώς υπολογίζεται σε 7 δισ. ευρώ, για την επόμενη τριετία, το ύψος των –ιδιαίτερα πολύπλοκων τεχνικά– επενδύσεων σε καλώδια οπτικών ινών. Η γεωστρατηγική θέση της Ελλάδας αποτελεί συγκριτικό πλεονέκτημα και για την προσέλκυση κεφαλαίων σε αυτού του είδους τις υποδομές.
«Η χώρα λόγω της θέσης της θα μπορούσε να καταστεί κόμβος, εξασφαλίζοντας τη διέλευση της κίνησης από τις αγορές της Μέσης Ανατολής και της Ανατολικής Ασίας προς την Ευρώπη. Τα καλώδια που έρχονται από την Ασία και τη Μέση Ανατολή και μέσω του Σουέζ και της Αιγύπτου καταλήγουν στη Φρανκφούρτη και το Αμστερνταμ χρησιμοποιούν, συνήθως, την Ιταλία ή τη Γαλλία», αναφέρει ο επικεφαλής Στρατηγικής, Μετασχηματισμού και Παρόχων ΟΤΕ, Γιάννης Κωνσταντινίδης, με τη θυγατρική του ομίλου OTEGlobe να κατέχει ηγετική θέση στη συγκεκριμένη αγορά, έχοντας αναπτύξει περίπου 21.000 χιλιόμετρα καλωδίων οπτικών ινών στο εξωτερικό.
Αν και αυτού του είδους οι επενδύσεις απαιτούν υψηλά κεφάλαια και διαθέτουν μικρό περιθώριο κέρδους, η συνεχώς αυξανόμενη ζήτηση για όγκο δεδομένων και οι προοπτικές που διαθέτει η Ελλάδα προσελκύουν νέους παίκτες στη συγκεκριμένη αγορά. Σε αυτούς ανήκει η Grid Telecom, η θυγατρική εταιρεία του ΑΔΜΗΕ, που έχει υπογράψει εικοσαετούς διάρκειας συμφωνία-πλαίσιο με τη Vodafone με αντικείμενο την αμοιβαία ανταλλαγή και παραχώρηση της χρήσης των δικτύων οπτικών ινών.
Η Grid διαθέτει σήμερα δίκτυο οπτικών ινών άνω των 4.000 χλμ., το οποίο επιδιώκεται να διπλασιαστεί τα επόμενα έτη, παράλληλα με την επέκταση των ηλεκτρικών διασυνδέσεων που υλοποιεί ο ΑΔΜΗΕ στην ηπειρωτική και –κυρίως– τη νησιωτική Ελλάδα.
Στους παίκτες που επενδύουν στη συγκεκριμένη αγορά και πρόκειται να ποντίσουν τμήμα διεθνών τους καλωδίων στον ελληνικό βυθό ανήκουν και ξένες εταιρείες, όπως η ισπανική Islalink. Η εταιρεία, με έδρα τη Μαδρίτη, διαχειρίζεται και αναπτύσσει υποβρύχια καλώδια, κατά βάση γύρω από την Ισπανία, προκειμένου αυτά να χρησιμοποιηθούν από τους τηλεπικοινωνιακούς παρόχους. Eνα από τα τελευταία έργα της περιλαμβάνει τη δημιουργία υποθαλάσσιου καλωδίου στο Ιόνιο και συγκεκριμένα από την Πρέβεζα μέχρι την Κροτόνε της Καλαβρίας, με τις δύο πόλεις να απέχουν η μία από την άλλη 322 χλμ. Το έργο, του οποίου τμήμα του θα είναι επίγειο, θα συνδέει το Μιλάνο και τη Ρώμη με την Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη.
«Η ζήτηση για ευρυζωνικές υπηρεσίες στην Ελλάδα προβλέπεται να αυξηθεί σημαντικά τα επόμενα χρόνια λόγω της περαιτέρω ανάπτυξης της τεχνολογίας FTTH (οπτική ίνα μέχρι το σπίτι), των δικτύων πέμπτης γενιάς (5G), όπως και των επενδύσεων που θα χρηματοδοτηθούν με ευρωπαϊκούς πόρους. Ακόμη οι επενδύσεις στην κατασκευή κέντρων δεδομένων βελτιώνουν σημαντικά τη θέση της Ελλάδας ως περιφερειακού κόμβου, ενώ η Αθήνα θα μπορούσε να αποτελέσει εναλλακτικό σημείο εισόδου, έναντι άλλων κόμβων της Δυτικής Ευρώπης, όπως το Παλέρμο και η Μασσαλία. Η Αθήνα και η Θεσσαλονίκη δύνανται να αποτελέσουν εναλλακτικούς κόμβους της Σόφιας, που έχει ενισχύσει τη θέση της ως hub των Βαλκανίων. Πέραν αυτών, η διεθνής συνδεσιμότητα είναι απαραίτητη για τις επικοινωνίες στην Ελλάδα, οι οποίες στηρίζονται στο διαδίκτυο και γι’ αυτό το έργο μας θα είναι κλειδί για την εξέλιξη και ανάπτυξη των ψηφιακών υποδομών της χώρας», εξηγεί στην «Κ», μέσω βιντεοκλήσης, η διευθύνουσα σύμβουλος της Islalink Eσθερ Γκαρθές.
Τον ερχόμενο Οκτώβριο θα ξεκινήσει η κατασκευή του καλωδίου, του οποίου η πόντιση ανάμεσα στην Κροτόνε και την Πρέβεζα υπολογίζεται ότι θα διαρκέσει μερικές εβδομάδες.
Αυτή τη στιγμή, όπως διευκρινίζει η CEO, ολοκληρώνονται οι πρόδρομες εργασίες του έργου, γεγονός που θα επιτρέψει στην Islalink να προχωρήσει στην αίτηση έγκρισης των απαιτούμενων αδειών για τη χρήση του βυθού. Τα πρώτα 30 χλμ. και τα τελευταία 40 χλμ. του καλωδίου θα θαφτούν ώστε να ελαχιστοποιείται το ενδεχόμενο καταστροφής των συγκεκριμένων τμημάτων από πλοία που αγκυροβολούν ή από αλιείς, ενώ στην ενδιάμεση απόσταση μήκους 250 χλμ., το καλώδιο θα ποντιστεί σε βάθος άνω των 1.000 μέτρων. Το καλώδιο, όπως εξηγεί η Eσθερ Γκαρθές, εκτιμάται ότι θα ολοκληρωθεί τον Νοέμβριο του 2022, θα διαθέτει χωρητικότητα 360 Tbps (1 τρισ. bytes ανά δευτερόλεπτο) και θα λειτουργεί ως εναλλακτική διαδρομή, διασφαλίζοντας τη σύνδεση του ελληνικού με το ιταλικό δίκτυο, όπως και με τους βασικούς κόμβους της Δυτικής Ευρώπης.
Διαδρομή που ξεκινά από το Χονγκ Κονγκ «χτίζει» h θυγατρική του ΟΤΕ
H θυγατρική του ομίλου ΟΤΕ, ΟΤΕGlobe, καταλαμβάνει ηγετική θέση στη συγκεκριμένη αγορά, αποτελώντας τον μόνο διεθνή πάροχο στη Νοτιοανατολική Ευρώπη που συνδέει την Ελλάδα με τη Δυτική Ευρώπη μέσω ιδιόκτητου δικτύου οπτικών ινών το οποίο διαθέτει περισσότερες από πέντε διακριτές διαδρομές. Οπως εξηγούν στην «Κ» ο επικεφαλής Στρατηγικής, Μετασχηματισμού και Παρόχων του ΟΤΕ, Γιάννης Κωνσταντινίδης, και ο διευθύνων σύμβουλος της OTEGlobe, Ντίνος Ανδρέου, η γεωπολιτική θέση της Ελλάδας επιτρέπει να καταστεί η χώρα κεντρική πύλη μέσα από την οποία μπορεί να έρθει η κίνηση από τις αγορές της Μέσης Ανατολής και της Ανατολικής Ασίας προς την Ευρώπη.
Η εταιρεία, που απορροφά σημαντικό τμήμα των ετήσιων επενδύσεων –της τάξεως των 500 εκατ.– του ΟΤΕ, ως μέλος κοινοπραξίας 19 παρόχων από την Ασία και την Ευρώπη, έχει συμμετάσχει σε επένδυση της τάξεως των 800 εκατ. δολαρίων για την ανάπτυξη καλωδίων, που ξεκινούν από το Χονγκ Κονγκ. «Απαιτείται να καταστεί η Ελλάδα hub της Μεσογείου, ώστε να μεταφερθεί κίνηση από τις χώρες της Ασίας. Για να είναι δυνατή η κατασκευή data centers στην Ελλάδα, θα πρέπει να υπάρχει συνδεσιμότητα με το εξωτερικό», σημειώνει ο κ. Ανδρέου
.
«Το μεγαλύτερο ποσοστό της ευρυζωνικής κίνησης, της διαδικτυακής δηλαδή δραστηριότητας των χρηστών στηρίζεται στο εξωτερικό. Οι “γίγαντες‘‘ του Διαδικτύου (π.χ. Google) που τροφοδοτούν την κίνηση, το περιεχόμενο και τις ηλεκτρονικές συναλλαγές συγκεντρώνονται σε κόμβους στην Ευρώπη, στην Αμερική και την Ασία. Εκεί, δηλαδή, βρίσκονται όλοι οι σέρβερ που εξυπηρετούν το περιεχόμενο. Επομένως, προκειμένου ένας Ελληνας χρήστης να δύναται να προσπελάσει το Διαδίκτυο, απαιτείται πρόσβαση σε αυτούς τους μεγάλους διεθνείς κόμβους. Γι’ αυτό η ανάπτυξη του FFTH πρέπει να συνοδεύεται με επενδύσεις σε δίκτυα, που αποτελούν ένα πολύ σημαντικό κομμάτι του συνολικού παζλ της ευρυζωνικότητας, εξασφαλίζοντας τη μεταφορά της κίνησης μέχρι τον τελικό της προορισμό», εξηγεί ο κ. Κωνσταντινίδης.
Μέσω αυτών των επενδύσεων, όπως προσθέτει, επιδιώκεται να αυξηθεί η διεθνής διασύνδεση για το broadband και προκειμένου να επιτευχθεί αυτό θα πρέπει οι προσφερόμενες χωρητικότητες να είναι μεγάλες και αναβαθμίσιμες. Απαιτείται, δηλαδή, επαρκής χωρητικότητα, ώστε εάν αυξηθεί αιφνίδια η ζήτηση, όπως συνέβη κατά την πανδημία, οπότε καταγράφηκε άνοδος της κίνησης της τάξεως του 30%-40%, τα συστήματα να είναι δυνατόν να αντεπεξέλθουν. «Η OTEGlobe, εν μέσω της υγειονομικής κρίσης, διέθετε την αναγκαία χωρητικότητα, όχι μόνο για να εξυπηρετήσει την κίνηση της Ελλάδας –μεταφέρει το 50% αυτής– αλλά και για να ικανοποιήσει τις ανάγκες γειτονικών χωρών. Από την Τουρκία μεταφέρουμε γύρω στα 4-5 Tbps», σημειώνει ο διευθύνων σύμβουλος της θυγατρικής του ομίλου ΟΤΕ.
«Είναι απαραίτητο να υπάρχουν εναλλακτικοί διάδρομοι ώστε να εξασφαλίζεται υψηλή ποιότητα και απρόσκοπτη μεταφορά των δεδομένων. Για τον σκοπό αυτό, το δίκτυο της OTEGlobe διαθέτει πέντε διαδρομές για Ευρώπη – δύο από Βαλκάνια, δύο από Ιταλία και μία υποθαλάσσια που συνδέει το hub μας στα Χανιά με τη Μασσαλία και κατ’ επέκταση τους κόμβους διασύνδεσης παρόχων Διαδικτύου στο Αμστερνταμ, στο Λονδίνο και στη Φρανκφούρτη», καταλήγει.