First published: 9th November 2012
Περίπου 90 εκατομμύρια ευρώ θα πλήρωνε το Δημόσιο στο πλαίσιο της χρηματοδοτικής συμβολής του, εάν η κατασκευή της υποθαλάσσιας αρτηρίας Θεσσαλονίκης πραγματοποιούνταν. Ωστόσο, όπως πληροφορείται το Capital.gr, μία ακόμη δικαστική απόφαση υποχρεώνει το Δημόσιο να καταβάλλει στην ανάδοχο κοινοπραξία ακόμη μεγαλύτερη -από την αρχικά εκδικασθείσα- αποζημίωση, η οποία διαμορφώνεται, πλέον, στα 71 εκατομμύρια ευρώ.
Πριν από περίπου δύο χρόνια το Διαιτητικό Δικαστήριο είχε εκδικάσει αποζημίωση ύψους 68 εκατ. ευρώ στην κοινοπραξία Θερμαϊκή Οδός (Boskalis, Ελλάκτωρ, Αρχιρόδον), καθώς λάθη και παραλείψεις του Δημοσίου εμπόδισαν την εγκατάσταση στην περιοχή των εταιρειών και κατ’ εξακολούθηση την έναρξη των κατασκευαστικών εργασιών.
Το Δημόσιο υπέβαλε έφεση κατά της συγκεκριμένης απόφασης, όπως και κατά έξι ακόμη αποφάσεων, η οποία απερρίφθη.
Τρία ακόμη εκατομμύρια
Έτσι, όπως αποκαλύπτει το Capital.gr, με απόφαση του Διαιτητικού Δικαστηρίου της 4 Οκτωβρίου εκδικάστηκε στη Θερμαϊκή Οδό ως επιπρόσθετη αποζημίωση το ποσό των 3 εκατ. ευρώ. Συνολικά δηλαδή, ο λογαριασμός για ένα έργο που θα παραμείνει μακέτα ανέρχεται στα 71 εκατ. ευρώ…
Βέβαια, το Δημόσιο, προσώρας, δεν έχει καταβάλλει ούτε σεντ στις εταιρείες παραχώρησης του έργου, παραμένοντας άγνωστο πότε θα ξεκινήσει η διαδικασία πληρωμής των εταιρειών.
«Η απόφαση δικαιώνει την κοινοπραξία, ωστόσο το ζητούμενο είναι το Δημόσιο να προχωρήσει στην καταβολή της αποζημίωσης» σημειώνει η Ελένη Τροβά, επικεφαλής του νομικού γραφείου Π.Β. Σκουρή – Ε.Κ. Τροβά.
Ελλείψει ρευστότητας, ένα από τα σενάρια που είχε εξετάσει παλαιότερα -και εγκαταλείφτηκε- το επιτελείο του υπουργείο Οικονομικών ήταν η αποπληρωμή των εταιρειών μέσω της έκδοσης κρατικών ομολόγων.
Έργο – μακέτα
Η υποθαλάσσια αρτηρία Θεσσαλονίκης, μήκους 6,5 χλμ, αρχικού προϋπολογισμού 477 εκατ. ευρώ είναι «καταδικασμένη» να παραμείνει μακέτα. Το έργο είχε κατακυρωθεί στη Θερμαϊκή Οδό στις 31 Οκτωβρίου 2006 και η παραχώρηση είχε προγραμματιστεί να ξεκινήσει στις αρχές του 2007.
Οι ενστάσεις που διατυπώθηκαν από το Κεντρικό Αρχαιολογικό Συμβούλιο (ΚΑΣ) και αφορούσαν την αλλαγή του τρόπου κατασκευής, ώστε τα αρχαιολογικά ευρήματα να προστατευθούν, σήμαιναν την αλλαγή των όρων διαγωνισμού, κατ’ επέκταση την επαναδημοπράτηση του έργου.
Καίτοι ο συγκεκριμένος σκόπελος ξεπεράστηκε (η ακύρωση και η επαναδημοπράτηση), η κωλυσιεργία του Δημοσίου, σε συνδυασμό με προσφυγές κατοίκων της περιοχής κατά του project στο ΣτΕ, μπλόκαρε την εγκατάσταση των παραχωρησιούχων.
Ως αποτέλεσμα, η καταγγελία της σύμβασης ήταν μονόδρομος, δεδομένου ότι είχε εξαντληθεί η «υπομονή» των τραπεζών που είχαν συμφωνήσει να χρηματοδοτήσουν το project με συγκεκριμένους όρους και σε καθορισμένο χρονοδιάγραμμα.